Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2012

Ανέκδοτο [ΑΛΑΖΟΝΕΙΑ]

Κάθε μέρα ένας γιάπης επιστρέφει απ' τη δουλειά του. Κουρασμένος, αγχωμένος, με νεύρα. Φοράει κοστούμι (προφανώς). Μιλάει συνέχεια στο κινητό με πελάτες. Διευκρινίζει στο τηλέφωνο ότι τελείωσε απ' τη δουλειά και πάει σπίτι του. Το σπίτι του δεν φαίνεται ποτέ. (φώτα: σβήσιμο, άναμμα - δηλώνεται η διαδοχή των ημερών). Στο δρόμο πέφτει πάνω σε περαστικούς και δεν ζητάει ποτέ συγνώμη. Αυτοί τον κοιτούν εκνευρισμένοι. Ένας μάλιστα του φωνάζει οργισμένα: 'Βιάζεσαι τόσο πολύ έτσι;' O γιάπης έχει υπεροπτικό βλέμμα. Κάθε μέρα, στο δρόμο της επιστροφής, εκτός από τους περαστικούς, βλέπει και έναν ηλικιωμένο άστεγο, ζητιάνο, ο οποίος κάθε φορά τον πλησιάζει σαν να θέλει να του πει κάτι, αλλά ο γιάπης απομακρύνεται αμέσως με μια έκφραση αηδίας στο πρόσωπο.
Μια μέρα, πάλι στο δρόμο της επιστροφής, δυο άτομα, ντυμένα στα μαύρα, κρατώντας ένα μαχαίρι, ληστεύουν και τραυματίζουν τον γιάπη, ο οποίος ξαπλώνεται αιμόφυρτος στον δρόμο. Όταν οι ληστές απομακρύνονται, ο ηλικιωμένος άστεγος τον πλησιάζει και του λέει με απόγνωση: 'Κρατήσου γιέ μου. Τώρα που σε βρήκα, δεν γίνεται να σε χάσω!' Ο γιάπης γυρίζει το βλέμμα του προς τον ζητιάνο και του απαντά με μια έκφραση πόνου και έκπληξης: 'Εσύ είσαι! Πάρε τα βρωμόχερά σου από πάνω μου. Μπορεί να με δει κανένας πελάτης!'. Και λέγοντας αυτά, γυρίζει το κεφάλι απ' την άλλη και πεθαίνει.

Ακούγεται το 'Long way home' του Tom Waits.

από την παράσταση '7'
βασισμένη στις επτά διαφορετικές ιστορίες για τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα, που γράψαμε τα ίδια τα παιδιά που συμμετείχαμε στην παράσταση. αυτή είναι η δική μου