Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2012

(...)

(παύση)

Β.Δεν έχεις μάθει ν' ακούς, άμα σου μιλάει ο άλλος. Αυτό είναι το πρόβλημά σου.

Α. Ξέρω ποιό είναι το πρόβλημά μου.

Β. Δεν ξέρεις ποιό είναι το πρόβλημά σου σου φίλε μου. Κι αυτό είναι το πρόβλημά σου.

'Αυτό είναι το πρόβλημά σου'
το πρόσωπα του έργου Α. και Β.



(|...)

(παύση)

ΣΤΕΦΕΝ
Ξέρεις τι θα εισηγηθώ γι' αυτούς;

ΡΟΤΖΕΡ
Τι;

ΣΤΕΦΕΝ
Θα εισηγηθώ να τους κρεμάσουνε, να τους πνίξουνε και να τους κάνουνε κομμάτια. Θέλω να δω τ' άντερα τους έξω.

ΡΟΤΖΕΡ
Άντερα θα ΄ναι, σαν όλα τ' άλλα, αγόρι μου.

'Ακριβώς'
τα πρόσωπα του έργου Στεφεν και Ρότζερ

Δεν ήξερα ποιό να πρωτοδιαλέξω απ' τα μονόπρακτα του Πίντερ. Εδώ δυο μικρά αποσπάσματα από δυο που ξεχώρισα.

Ο Χάρολντ Πίντερ θεωρείται ο κυριότερος εκπρόσωπος του θεάτρου του Παραλόγου στη Βρετανία. Τα έργα του εκτυλίσσονται κυρίως σε μυστηριώδεις κλειστούς χώρους, όπου καλείται να εισχωρήσει ο θεατής και να γίνει στην αρχή κοινωνός και στη συνέχεια συμμέτοχος των καταστάσεων που βιώνουν οι ήρωες. Εμμονές, φοβίες, αναπάντητα ερωτηματικά. Και αυτά όλα σε μια γλώσσα καθημερινή και ελλειπτική. Ειδικότερα στα μονόπρακτά του, οδηγεί τους ήρωες μέσα από το ομιχλώδες παρελθόν τους στο αβέβαιο του παρόντος και στην κενότητα του καθημερινού βίου, υπονομεύοντας τη σκηνική αστική ηθογραφία που κυριαρχούσε ακόμα στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα.

περισσότερος Πίντερ, εν καιρώ



Aς μη δεσμευτούμε λοιπόν,
μ' επιστολές - η απόσταση
μας χαρίζει ένα καινούριο πρόσωπο.
Κι ίσως όταν ξαναιδωθούμε
να μην ξέρει πια καθόλου ο ένας τον άλλον.
Έτσι που επιτέλους να μπορέσουμε
να γνωριστούμε


Τάσος Λειβαδίτης










και

αν θες, μπορώ να σου στείλω ένα πρωί
ένα γράμμα που θα λέει
ό,τι θες εσύ.

'ό,τι θες εσύ', ξύλινα σπαθιά
(αγαπημένα σπαθιά)

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2012

especially you

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2012

Νυχτερινό ταξίδι


Κοσμοσυρροή από κάτω μας, περνούν τρένα
το ξενοδοχείο Αστόρια τρέμει.
Ένα ποτήρι νερό δίπλα στο κρεβάτι
φέγγει στα τούνελ

Ο πλανήτης στριφογυρνούσε βροντώντας
σπινθηροβόλα μάτια διασχίζανε τους πάγους.
Η ομορφιά των θαυμάτων υπήρχε.
Ονειρεύτηκε ότι ήταν φυλακισμένος στο Σβαλμπαρντ.




Ο Tomas Transtromer αποτελεί έναν απ' τους σπουδαιότερους και δημοφιλέστερους σκανδιναβούς ποιητές των τελευταίων δεκαετιών. Κατάγεται απ' τη Σουηδία και εκτός από ποιητής, υπήρξε και εξαιρετικός πιανίστας.

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

Τα μάτια σου ζούσαν μια θάλασσα, θυμάμαι...
















Οι επτά νάνοι στο s/s cyrenia
(στην Έλγκα)

Νίκος Καββαδίας



ήλιος θάλασσα σκηνή νερό βατράχια ξενύχτια λάσπη καφέδες βροχές συναυλία γέλιο κλάμα βραχιόλια πετσέτες τσάντες μαξιλάρια αντιηλιακό σαγιονάρες καμμένες μύτες τρελές 
τρέλες κρέπες συναντήσεις αναμνήσεις σταφύλια βενζίνη φιλιά στρώμα χώμα φωτιά τεκίλα έρωτας όνειρα
ντουζ με χρονοδιακόπτη
αγγελική,
η αγαπημένη μου φωτογραφία απ' όλο το καλοκαίρι
ο αγαπημένος μου στίχος απ' όλη τη συναυλία

Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2012

Έβελιν

Είχε συγκατατεθεί να φύγει, ν' αφήσει το σπίτι της. Ήταν άραγε φρόνιμο αυτό που θα κανε; Πάσχισε να εξετάσει το ζήτημα απ' όλες τις πλευρές. Στο σπίτι της είχε οπωσδήποτε στέγη και τροφή, είχε γύρω της αυτούς που γνώρισε σ' όλη της τη ζωή. Φυσικά χρειάστηκε να δουλέψει σκληρά, και στο σπίτι της και στη δουλειά. Τι θα λεγαν για κείνην στο κατάστημα, όταν μάθαιναν πως το 'χε σκάσει με κάποιον; Θα λεγαν ίσως πως ήταν ανόητη και θα την αναπλήρωναν με μιαν αγγελία στις εφημερίδες. Η μις Γκάβαν θα χαιρόταν. Πάντα την απόπαιρνε, προπάντων όταν ήταν κι άλλοι μπροστά, για ν' ακούνε.
''Μις Χιλ, δε βλέπετε πως οι κυρίες περιμένουν;''
''Λίγη ζωντάνια, μις Χιλ, παρακαλώ''.
Δε θα 'κλαιγε, βέβαια, που θα φευγε απ' το κατάστημα.
Αλλά στην καινούρια πατρίδα της, σε μια μακρινή, άγνωστη χώρα, δε θα ταν πια το ίδιο.

Έβελιν, απ' τη συλλογή διηγημάτων 'Οι Δουβλινέζοι', του Τζέημς Τζόυς 


τον τελευταίο καιρό δουλεύω τόσο πολύ, που αν όντως αληθεύει αυτό που λένε ότι η δουλειά κάνει τους άντρες, τότε σε λίγο θα μου φυτρώσουν όρχεις.
 δε με χωράει ο τόπος. θα το σκάσω και 'γω διάολε. και απ' το κατάστημα και απ' όλα. 
με ή χωρίς μπαγκάζια.


η Έβελιν δεν το σκασε με τον Φρανκ τελικά. δεν είχε τους όρχεις.

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

φούρκα

ζεστό μεσημέρι τ' Αυγούστου
τα δέντρα μας στην μπροστινή αυλή
κλείνουν φέτος τα δεκατέσσερα
ένα άλλο μεσημέρι
πρίν ακριβώς τόσα χρόνια
είχαμε έρθει εκδρομή απ' τη Θεσσαλονίκη
να δούμε το σπίτι που τότε ήταν
ακόμη στα μπετά
 και θυμάμαι που λέγαμε
ότι σ' αυτήν την αυλή θα φυτέψουμε κορομηλιές
δέντρα ψηλά και δυνατά
να μας δροσίζουν με τον ίσκιο τους
κάτι μέρες σαν κι αυτές.
και τα δέντρα εκείνα μεγάλωσαν μαζί μας
και κάθε καλοκαίρι ο αδερφός μου ρωτούσε
πότε θα βγάλουν κορόμηλα
να κάνουμε κομπόστα.
Κι όταν τελικά καρποφόρησαν
κορόμηλα δεν προλαβαίναμε να δούμε
γιατί τα παιδιά της γειτονιάς
τα μάζευαν να παίξουν πόλεμο.
Ας είναι, εμένα αυτό που μ' ένοιαζε
ήτανε τα κλαδιά τους
γιατί κρεμούσα πάνω τους κινέζικα φαναράκια
που μόλις τ' άναβες
φωτιζόταν η αυλή και γέμιζε χρώματα τα βράδια
κι ένιωθες διακοπές
περισσότερο απ' τη θάλασσα, περισσότερο απ' τα τζιτζίκια κι απ' τα παγωτά
διακοπές ήταν τα ήσυχα βράδια στην αυλή
έτσι κι αλλιώς, τα κορόμηλα μόνο ο μπαμπάς τα έτρωγε
που δεν είναι πια εδώ
σήμερα ποτίσαμε τελευταία φορά για φέτος,
αύριο φεύγουμε, επιστροφή στην πόλη.
αυτά τα δέντρα είναι αγάπη και κληρονομιά.
εύχομαι να 'ναι
οι ρίζες τους δυνατές και γερά τα κλαδιά τους.
να 'ναι γερά
να μετράμε καλοκαίρια

φούρκα, 2012
η φωτογραφία είναι του φίλου μου του παύλου



Τρίτη 7 Αυγούστου 2012

'I smell you on my skin'
Jenny Holzer, Florence 1996

Κυριακή 15 Ιουλίου 2012

Είμαστε ζώα μοναχικά. Όλη μας τη ζωή παλεύουμε για λίγο λιγότερη μοναξιά. Και μια απ' τις πανάρχαιες μεθόδους μας είναι να λέμε μια ιστορία, παρακαλώντας να βρεθεί ένας ακροατής που θα πει (και θα το πιστεύει): 'Α ναι, έτσι ακριβώς είναι, ή πάντως έτσι το αισθάνομαι και γω'.

'O δρόμος με τις φάμπρικες', Τζον Στάινμπεκ

15/7 Παγκόσμια ημέρα καφρίλας

Ένα καθολικό αγοράκι κάπου στην Ιταλία, κάθεται σ' ένα παγκάκι και κλαίει με λυγμούς. Κάποια στιγμή, τον πλησιάζει ένας κύριος και του λέει: 'Τι έχεις αγόρι μου και κλαις'; Αφήστε κύριε, του απαντάει ο μικρός, μόλις πέθανε ο πατέρας μου. Ο περαστικός με έκπληξη τον ρωτάει: 'Και τι μπορώ να κάνω για να σε βοηθήσω; Θέλεις μήπως να σου φωνάξω έναν ιερέα'; Όχι ευχαριστώ κύριε, λέει το αγοράκι, το σεξ είναι το τελευταίο πράγμα που έχω στο μυαλό μου αυτή την ώρα.

Κυριακή 15 Απριλίου 2012

Kαι να 'μαι μια Πέμπτη πρωί να ανηφορίζω με γρήγορο βήμα την Αγίας Σοφίας, έχοντας ήδη αργήσει πολύ για το μάθημα γερμανικών (γιατί αν δεν πρόκειται για δουλειά, δεν χρειάζεται να βιάζεσαι), κρατώντας στο χέρι έναν καυτό καφέ και προσέχοντας μάταια να μην μου χύνεται περπατώντας, αγουροξυπνημένη και απορροφημένη σε 'πρωινές' σκέψεις του τύπου κλείδωσα φεύγοντας;, πεινάω και τι θα φάω, πού θα το φάω, τι θα κάνω μετά, δεν φόρτισα και το κινητό μου κλπ,  κοντοστέκομαι για μια στιγμή έξω απ' το Ble, τον υπέροχο φούρνο παύλα ζαχαροπλαστείο παύλα μουσείο παύλα τόσο ακριβό που χρειάζεται να πουλήσεις το ένα σου νεφρό για ένα κομμάτι πίτσα, και εκεί λοιπόν που αποφασίζω ότι τα νεφρά μου μού είναι πιο χρήσιμα και πάω να φύγω, πέφτω πάνω σε μια παρέα παιδιών που στεκόταν έξω απ' το φούρνο και συζητούσαν μεγαλόφωνα. Και να σου που με πλησιάζει ένα αγόρι απ' την παρέα χαμογελώντας, γύρω στα είκοσι όχι παραπάνω, κρατώντας ένα κουτί κουλουράκια και μου λέει: 'Να προσφέρω ένα κουλουράκι στην όμορφη δεσποινίδα; που πάει και με τον καφέ;'. Τον κοιτάω, χαμογελάω και αφού παίρνω ένα σοκολατένιο, τον ευχαριστώ και συνεχίζω τον δρόμο μου. Τόσο απλά, τόσο όμορφα. Τι ωραίος τύπος! Μου έφτιαξε την μέρα! Γιατί τι χρειάζεται κανείς για να είναι ευτυχισμένος; Μικρές όμορφες στιγμές. Και σοκολατένια κουλουράκια!


Ο έρωτας μαζί σου είναι σαν το οξυγόνο. Ναι το οξυγόνο. Αυτό που σου δίνει ζωή, αλλά αργά και σταθερά σου την παίρνει πίσω. Γιατί ξέρεις τι επιφέρει τον φυσικό θάνατο; H οξυγόνωση των κυττάρων


- Κι όμως. Δεν μπορώ να σταματήσω να αναπνέω.
- Μπορείς όμως, να επιλέξεις έναν διαφορετικό θάνατο.


Εκείνο το βράδυ δειπνούσαμε σιωπηλοί χωρίς να κοιταζόμαστε. Μόνο οι σκέψεις μας γυμνές, έκαναν έρωτα πάνω στο τραπέζι.


Το μόνο που 'θελα, να φεύγαμε μαζί



Τετάρτη 21 Μαρτίου 2012

'Κονσέρτο για πιστολάκια'

η συγκατοίκηση με την Αναστασία

Τρίτη 6 Μαρτίου 2012

Ξέρω έναν άνθρωπο


Όπως έλεγα στο
φίλο μου - όλο μιλάω
βλέπεις - Τζον του

λέω, που δεν ήταν το
όνομα του, το σκοτάδι μας περι-
τριγυρίζει, τι

να κάνουμε ν'
αντισταθούμε, να - και
γιατί όχι - πάρουμε ένα μεγάλο κωλοαυτοκίνητο

οδήγα, είπε, και για
το θεό, κοίταζε
μπροστά σου.



'I know a man', Robert Creely
O Robert Creely γεννήθηκε το 1962 στη Μασαχουσέτη και σπούδασε στο Χάρβαρντ και στο Πανεπιστήμιο του Νέου Μεξικού. Ταξίδεψε πολύ σ' όλο τον κόσμο.



Δευτέρα 5 Μαρτίου 2012

O μονόλογος του A*

Εγώ θέλω να κοιμάμαι πλάι σου…
Και να σου κάνω τα ψώνια σου, και να σου κουβαλάω τις σακούλες σου,
Και να σου λέω πόσο πολύ μου αρέσει να είμαι μαζί σου,
Και να θέλω να παίζουμε κρυφτό,
Και να σου δίνω τα ρούχα μου, και να σου λέω πόσο μ’ αρέσουν τα παπούτσια σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες ώσπου να κάνεις μπάνιο,
Και να σου τρίβω το σβέρκο σου,
Και να σου φιλάω τα πόδια σου,
Και να σου κρατάω το χέρι σου,
Και να βγαίνουμε για φαγητό, και να μη με νοιάζει που θα μου τρως το δικό μου,
Και να σου δακτυλογραφώ την αλληλογραφία σου, και να σου κουβαλάω τα ντοσιέ σου,
Και να γελάω με την παράνοια σου,Και να σου δίνω κασέτες που δεν θα τις ακούς, και να βλέπουμε καταπληκτικές ταινίες, και να βλέπουμε απαίσιες ταινίες, και να μαλώνουμε για το ραδιόφωνο,
και να σε βγάζω φωτογραφίες όταν κοιμάσαι, και
να σηκώνομαι πρώτος για να σου φέρω καφέ και κουλούρια και γεμιστά κρουασάν,
Και να πηγαίνουμε για καφέ στο Φλοράντ τα μεσάνυχτα,
Και να σ’ αφήνω να μου κάνεις τράκα τσιγάρα,
Και να μην καταφέρνω ποτέ να βρω ένα σπίρτο,
Και να σου λέω τι είδα στην τηλεόραση χτες το βράδυ,
Και να μη γελάω με τα αστεία σου, και να σε θέλω το πρωί αλλά να σ’ αφήνω να κοιμηθείς λίγο ακόμα.
Και να φιλάω την πλάτη σου, και να χαϊδεύω το δέρμα σου.
Και να σου λέω πόσο μα πόσο αγαπώ τα μαλλιά σου, τα μάτια σου, τα χείλη σου, το λαιμό σου, το στήθος σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες και να καπνίζω, ώσπου να γυρίσει σπίτι ο διπλανός σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες ώσπου να γυρίσεις σπίτι εσύ,
Και να τρελαίνομαι όταν αργείς,
Και να ξαφνιάζομαι όταν γυρίζεις νωρίτερα,
Και να σου χαρίζω ηλιοτρόπια,
Και να πηγαίνω στο πάρτι σου και να χορεύω ώσπου να πέσω ξερός,
Και νάμαι δυστυχισμένος όταν έχω άδικο,
Και νάμαι ευτυχισμένος όταν με συγχωρείς,
Και να χαζεύω τις φωτογραφίες σου,
Και να παρακαλάω να σ’ ήξερα μια ζωή.
Και ν’ ακούω τη φωνή σου στο αυτί μου,
Και να νοιώθω το δέρμα σου πάνω στο δέρμα μου,
Και να τρομάζω όταν θυμώνεις,
Και τόνα σου μάτι να κοκκινίζει και το άλλο γαλάζιο,
Και να σ’ αγκαλιάζω όταν σε πιάνει αγωνία,
Και να σε κρατάω σφιχτά όταν πονάς,
Και να σε θέλω όταν σε μυρίζω,
Και να σε πληγώνω όταν σε αγγίζω,
Και να κλαψουρίζω όταν είμαι πλάι σου, και να κλαψουρίζω όταν δεν είμαι,
Και να κυλάει το σάλιο μου πάνω στο στήθος σου,
Και να σε πλακώνω και να σε πνίγω τις νύχτες,
Και να ξεπαγιάζω όταν μου παίρνεις τις κουβέρτες, και να ζεσταίνομαι όταν δεν μου τις παίρνεις,
Και να λιώνω όταν χαμογελάς και να διαλύομαι όταν γελάς,
Και να μην καταλαβαίνω όταν λες ότι σε απορρίπτω,
Και ν’ αναρωτιέμαι πως σου πέρασε ποτέ απ’ το νου ότι εγώ θα μπορούσα ποτέ να σε απορρίψω,
Και ν’ αναρωτιέμαι ποια είσαι αλλά να σε δέχομαι έτσι όπως είσαι,
Και να σου λέω για το μαγεμένο δάσος, τον άγγελο του δέντρου, το αγόρι που πέρασε πετώντας τον ωκεανό επειδή σ’ αγαπούσε,
Και να σου γράφω ποιήματα, και να αναρωτιέμαι γιατί δεν με πιστεύεις,
Και να σ’ αγαπάω τόσο βαθιά που να μην μπορώ να το βάλω σε λόγια,
Και να θέλω να σου πάρω ένα γατάκι που θα το ζηλεύω γιατί θα το προσέχεις περισσότερο από μένα,
Και να μη σ’ αφήνω να σηκωθείς απ’ το κρεβάτι όταν πρέπει να φύγεις,
Και να σου αγοράζω δώρα που εσύ δεν τα θέλεις, και πάλι να τα παίρνω πίσω,
Και να σου λέω να παντρευτούμε, και συ να μου λες πάλι όχι,
Αλλά εγώ να στο λέω και να στο ξαναλέω, γιατί όσο κι αν νομίζεις πως δεν το λέω σοβαρά εγώ πάντα σοβαρά το έλεγα, από την πρώτη φορά που στο είπα,
Και να τριγυρίζω στη πόλη και να τη νοιώθω άδειος χωρίς εσένα,
Και να θέλω ότι θέλεις,
Και να νομίζω πως χάνομαι, αλλά να ξέρω πως πλάι σου είμαι ασφαλής, Και να σου μιλάω για ότι χειρότερο έχω μέσα μου,
Και να προσπαθώ να σου δίνω ότι καλύτερο έχω μέσα μου γιατί δεν σου αξίζει τίποτα λιγότερο, Και να σου λέω την αλήθεια αν και κατά βάθος δεν θέλω, Και να προσπαθώ να είμαι ειλικρινής γιατί ξέρω πως το προτιμάς,
Και να νομίζω πως όλα τέλειωσαν, κι ωστόσο να περιμένω άλλα δέκα λεπτά πριν με πετάξεις έξω απ’ ζωή σου,
Και να ξεχνάω ποιος είμαι, Και να κάνουμε έρωτα στις τρεις το πρωί,
Και κάπως με κάποιο τρόπο να σου εκφράζω έστω και λίγο
Τον ακάθεκτο
Τον ακατάλυτο
Τον ακατάσβεστο
Τον μεταρσιωτικό
Τον ψυχαναλυτικό
Τον άνευ όρων τον τα πάντα πληρούντα, τον δίχως τέλος και δίχως αρχή,
ΕΡΩΤΑ ΜΟΥ ΓΙΑ ΣΕΝΑ


ο μονόλογος του Α
απόσπασμα απ' το έργο 'Crave' της Sarah Kane

Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2012

Ανέκδοτο [ΑΛΑΖΟΝΕΙΑ]

Κάθε μέρα ένας γιάπης επιστρέφει απ' τη δουλειά του. Κουρασμένος, αγχωμένος, με νεύρα. Φοράει κοστούμι (προφανώς). Μιλάει συνέχεια στο κινητό με πελάτες. Διευκρινίζει στο τηλέφωνο ότι τελείωσε απ' τη δουλειά και πάει σπίτι του. Το σπίτι του δεν φαίνεται ποτέ. (φώτα: σβήσιμο, άναμμα - δηλώνεται η διαδοχή των ημερών). Στο δρόμο πέφτει πάνω σε περαστικούς και δεν ζητάει ποτέ συγνώμη. Αυτοί τον κοιτούν εκνευρισμένοι. Ένας μάλιστα του φωνάζει οργισμένα: 'Βιάζεσαι τόσο πολύ έτσι;' O γιάπης έχει υπεροπτικό βλέμμα. Κάθε μέρα, στο δρόμο της επιστροφής, εκτός από τους περαστικούς, βλέπει και έναν ηλικιωμένο άστεγο, ζητιάνο, ο οποίος κάθε φορά τον πλησιάζει σαν να θέλει να του πει κάτι, αλλά ο γιάπης απομακρύνεται αμέσως με μια έκφραση αηδίας στο πρόσωπο.
Μια μέρα, πάλι στο δρόμο της επιστροφής, δυο άτομα, ντυμένα στα μαύρα, κρατώντας ένα μαχαίρι, ληστεύουν και τραυματίζουν τον γιάπη, ο οποίος ξαπλώνεται αιμόφυρτος στον δρόμο. Όταν οι ληστές απομακρύνονται, ο ηλικιωμένος άστεγος τον πλησιάζει και του λέει με απόγνωση: 'Κρατήσου γιέ μου. Τώρα που σε βρήκα, δεν γίνεται να σε χάσω!' Ο γιάπης γυρίζει το βλέμμα του προς τον ζητιάνο και του απαντά με μια έκφραση πόνου και έκπληξης: 'Εσύ είσαι! Πάρε τα βρωμόχερά σου από πάνω μου. Μπορεί να με δει κανένας πελάτης!'. Και λέγοντας αυτά, γυρίζει το κεφάλι απ' την άλλη και πεθαίνει.

Ακούγεται το 'Long way home' του Tom Waits.

από την παράσταση '7'
βασισμένη στις επτά διαφορετικές ιστορίες για τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα, που γράψαμε τα ίδια τα παιδιά που συμμετείχαμε στην παράσταση. αυτή είναι η δική μου