Tον Λειβαδίτη δεν τον είχα διαβάσει ποτέ, τον ήξερα μόνο σαν όνομα από τη σχολή, μέχρι που ένας φίλος μου χάρισε τον 'Νυχτερινό επισκέπτη', μου άρεσε, μου θύμισε τον Ρίτσο, είναι εξίσου δυνατός, κάποιοι φίλοι είπαν και δυνατότερος:
H ΕΚΤΗ ΜΕΡΑ
Ήταν η έκτη μέρα της δημιουργίας, η μητέρα είχε ντυθεί στα μαύρα, φορούσε και το καλό καπέλο της με το βέλο, ''δεν έπρεπε να μας το κάνει αυτό ο Θεός'' είπε, στο βάθος χλωμοί άντρες στήναν τη μεγάλη σκηνή του τσίρκου,
''γύρισε σπίτι, είναι αργά'', ''ποιό σπίτι;'' είπα κι αγκάλιασα το φανάρι του δρόμου,
η μικρή ξαδέλφη όπου να 'ναι θα πέθαινε, την έσπρωξα πίσω απ' την ντουλάπα, ''σ' αγαπώ'' έλεγε, μα εγώ την έγδυνα κιόλας σαν πόρνη - κι όταν τη θάψαμε, εγώ έμεινα για πάντα εκεί, πίσω απ' την ντουλάπα, μισοφαγωμένος απ' τα ποντίκια,
κι ήταν η έκτη μέρα της δημιουργίας,
οι τροχαλίες γρύλιζαν καθώς ανέβαζαν το πρώτο ρολόι στη στέγη του σταθμού,
κάθισα στην άκρη του δρόμου, τόσο θλιμμένος, που οι τυφλοί μ' έβλεπαν.
Τάσος Λειβαδίτης, 'Νυχτερινός επισκέπτης'
Επίσης ευχαριστώ τον καλό φίλο Δημήτρη Μηνασίδη, για το υπέροχο δώρο! (εντάξει, ξέρω ότι θα το διαβάσει).
H ΕΚΤΗ ΜΕΡΑ
Ήταν η έκτη μέρα της δημιουργίας, η μητέρα είχε ντυθεί στα μαύρα, φορούσε και το καλό καπέλο της με το βέλο, ''δεν έπρεπε να μας το κάνει αυτό ο Θεός'' είπε, στο βάθος χλωμοί άντρες στήναν τη μεγάλη σκηνή του τσίρκου,
''γύρισε σπίτι, είναι αργά'', ''ποιό σπίτι;'' είπα κι αγκάλιασα το φανάρι του δρόμου,
η μικρή ξαδέλφη όπου να 'ναι θα πέθαινε, την έσπρωξα πίσω απ' την ντουλάπα, ''σ' αγαπώ'' έλεγε, μα εγώ την έγδυνα κιόλας σαν πόρνη - κι όταν τη θάψαμε, εγώ έμεινα για πάντα εκεί, πίσω απ' την ντουλάπα, μισοφαγωμένος απ' τα ποντίκια,
κι ήταν η έκτη μέρα της δημιουργίας,
οι τροχαλίες γρύλιζαν καθώς ανέβαζαν το πρώτο ρολόι στη στέγη του σταθμού,
κάθισα στην άκρη του δρόμου, τόσο θλιμμένος, που οι τυφλοί μ' έβλεπαν.
Τάσος Λειβαδίτης, 'Νυχτερινός επισκέπτης'
Επίσης ευχαριστώ τον καλό φίλο Δημήτρη Μηνασίδη, για το υπέροχο δώρο! (εντάξει, ξέρω ότι θα το διαβάσει).